- Λίγο ακόμα και φτάνουμε.
Οι δύο άντρες είχαν ανέβει ψηλά στο βουνό. Είχαν σηκωθεί αξημερωτα ακόμα και είχαν αφήσει πίσω τη βάση. Ο οδηγός είχε αρνηθεί να τους ακολουθήσει.
- Όχι σπηλιά, δεν πάω εκεί.
Ο χάρτης που είχε έρθει στα χέρια τους δεν άφηνε αμφιβολίες. Το αρχαίο κάτοπτρο ήταν εκεί. Ο μύθος μιλούσε για έναν καθρέφτη που σε έφερνε αντιμέτωπο με τον αληθινό σου εαυτό. Θεοί, ημίθεοι και θνητοί είχαν κριθεί μπροστά σε εκείνον.
Οι άντρες είχαν συμφωνήσει πως δεν θα κοιτάξουν. Ο στόχος ήταν να τον πάρουν. Αρχικά σκέφτονταν να τον πουλήσουν, αλλά τα χρήματα θα ήταν λίγα σε σχέση με το να τον εκμεταλλεύονται συνεχώς. Θα έπαιρναν χρήματα από όλους όσους ήθελαν να δουν τον αληθινό τους εαυτό. Και ήταν πολλοί αυτοί.
Η σπηλιά εμφανίστηκε στο βάθος. Τώρα το βήμα είχε γίνει γοργό. Είχαν αγωνία να δουν από κοντά ένα αντικείμενο που ήταν μύθος.
Οι ντόπιοι δεν πήγαιναν ποτέ εκεί. Το είχαν μάθει από τους προγόνους τους. Δεν ήθελαν να ξυπνήσουν το θηρίο.
- Λες να υπάρχει όντως κάποιο θηρίο εκεί μέσα;
- Εννοείς κάποια αρκούδα;
- Αυτό είναι το καλό σενάριο.
Προχώρησαν στην είσοδο. Έριξαν το φως του φακού μέσα. Η σπηλιά δεν ήταν μεγάλη. Στο βάθος κάτι γυάλιζε.
- Λες να είναι αυτό εκεί;
Μπήκαν μέσα. Το κάτοπτρο ήταν εκεί. Έμοιαζε με ασπίδα ξαπλωμένη με την πλευρά του κατόπτρου να κοιτάζει προς τα πάνω. Βρισκόταν πάνω σε μια βάση. Οι άντρες ήταν χαρούμενοι. Έβγαλαν ένα πανί να καλύψουν το κάτοπτρο. Δεν έπρεπε να δουν μέσα. Έπιασαν τις άκρες και το σήκωσαν.
Μουρμουρητά και φωνές ακούστηκαν μέσα απ' το κάτοπτρο.
- Μην δίνεις σημασία, πάμε να φύγουμε.
Οι φωνές δυνάμωναν. Οι άντρες έβγαλαν το καλυμμένο κάτοπτρο από τη σπηλιά. Το άφησαν σε μιαν άκρη για να μπορέσουν να το δέσουν σωστά.
- Είμαστε πλούσιοι!
Δεν πρόλαβαν να χαρούν. Το κάλυμμα σηκώθηκε. Ένα χέρι εμφανίστηκε μέσα από το κάτοπτρο.
- Τι.. τι είναι αυτό;
- Μην δίνεις σημασία. Είναι όλα κόλπα για να μην το πάρουμε.
Ο άντρας πλησίασε και το χέρι τον έπιασε. Το κάλυμμα έφυγε και το κάτοπτρο αποκαλύφθηκε. Το χέρι άρχισε να τραβάει το χέρι προς τα μέσα. Ο άντρας ούρλιαζε. Ο φίλος του προσπάθησε να τον κρατήσει από την άλλη μεριά. Ένα άλλο χέρι βγήκε κι έπιασε κι εκείνον.
Λίγο πριν τον τραβήξει μέσα κοίταξε το κάτοπτρο. Είδε τον άντρα που τον τραβούσε.
- Δικό μου, όλα δικά μου .... Φώναζε μέσα από το κάτοπτρο. Δεν ήταν άγνωστος. Ήταν ο ίδιος του ο εαυτός. Και ήταν αχόρταγος όπως εκείνος. Τώρα ήξερε . Ήξερε την αλήθεια. Έβλεπε την κόλαση. Έβλεπε πως ήταν στα αλήθεια. Τρόμαξε και άρχισε να ουρλιάζει.
Τα χέρια βγήκαν πάλι από το κάτοπτρο. Δύο από τη μια μέρα και δύο από την άλλη. Σαν πόδια από αράχνη σήκωσαν το κάτοπτρο και άρχισαν να περπατάνε προς τη σπηλιά.
Το θηρίο γύρισε πίσω στη φωλιά του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου