Εκείνος:
Μόλις την είδα, κατάλαβα πως είχα μπροστά μου κάτι μοναδικό, κάτι ιδιαίτερο. Δεν ήθελα να ξεκινήσω την αφήγησή μου με κάποια κλισέ φράση ή κάτι που να θυμίζει ταινία. Όμως δεν θα μπορούσα να κάνω αλλιώς. Ακολουθεί μια ιστορία γεμάτη κινηματογραφικά κλισέ, μόνο που συνέβη. Εκείνη μπήκε στο κατάστημα που δούλευα και μου χαμογέλασε. Εκείνη τη στιγμή το κατάλαβα. Και μου φάνηκε πως το κατάλαβε και αυτή. Ζήτησε κάποιο βιβλίο για την ίδια και κάποιο άλλο για δώρο. Μου παρήγγειλε κι ένα ακόμα, το οποίο θα ερχόταν την επόμενη ημέρα και μου έδωσε το τηλεφωνό της για να την ειδοποιήσω.
Μόλις την είδα, κατάλαβα πως είχα μπροστά μου κάτι μοναδικό, κάτι ιδιαίτερο. Δεν ήθελα να ξεκινήσω την αφήγησή μου με κάποια κλισέ φράση ή κάτι που να θυμίζει ταινία. Όμως δεν θα μπορούσα να κάνω αλλιώς. Ακολουθεί μια ιστορία γεμάτη κινηματογραφικά κλισέ, μόνο που συνέβη. Εκείνη μπήκε στο κατάστημα που δούλευα και μου χαμογέλασε. Εκείνη τη στιγμή το κατάλαβα. Και μου φάνηκε πως το κατάλαβε και αυτή. Ζήτησε κάποιο βιβλίο για την ίδια και κάποιο άλλο για δώρο. Μου παρήγγειλε κι ένα ακόμα, το οποίο θα ερχόταν την επόμενη ημέρα και μου έδωσε το τηλεφωνό της για να την ειδοποιήσω.
Προσπάθησα να κρύψω πως γοητεύτηκα, όχι πως τα κατάφερα. Από την ώρα που σχόλασα κοιτούσα και ξανακοιτούσα το τηλεφωνό της στο χέρι μου. Ένα μικρό χαρτάκι που με είχε μαγέψει. Ήξερα ότι έπαιζα τη δουλειά μου κορώνα γράμματα χρησιμοποιώντας το τηλέφωνο για προσωπική χρήση, μα δεν με ένοιαζε ιδιαίτερα. Σε όλη την διαδρομή σκεφτόμουν τι θα της πω. Αν θα την πάρω τηλέφωνο ή θα της στείλω μήνυμα. Δεκάδες λανθρωποι περνούσαν από μπροστά μου κάθε μέρα και αυτή με είχε κερδίσει με ένα χαμόγελο. Και ήταν και εκείνα τα μάτια! Θεέ μου ό,τι και να πω για εκείνα τα μάτια δεν θα καταφέρω να τα περιγράψω σωστά!
Έφτασα σπίτι μου, ξεκελιδώνοντας την πόρτα χαιρέτησα μηχανικά τον γείτονα που μου είχε μιλήσει και μπήκα μέσα. Είχα βάλει φαγητό μπροστά μου και την τηλεόραση να παίζει και κοιτούσα ακόμα το χαρτάκι προσπαθώντας να αποφασίσω τι θα κάνω. Έφτασε το απόγευμα και πάνω σε μια στιγμή τρέλας, έστειλα ένα μήνυμα.
Καλησπέρα, ελπίζω να μην ενοχλώ, είμαι ο υπάλληλος από το βιβλιοπωλείο. Το βιβλίο σου θα είναι αύριο μετά τις δώδεκα στο μαγαζί μας. Συγνώμη που στέλνω από το προωσπικό μου τηλέφωνο, ξέχασα να σε ειδοποιήσω από τη δουλειά μου και είδα το χαρτάκι στην τσέπη μου.
Ήταν μια αρκετά πειστική δικαιολογία, το μήνυμα δεν προσέδιδε κάτι άλλο και ήθελα να ανοίξει η γη να με καταπιεί όταν είδα ότι είχε παραδοθεί. Αν είχα την δύναμη θα έπαιρνα πίσω το μήνυμα, μα αυτό δεν γινόταν. Μετά από περίπου μια ώρα ήρθε απάντηση. Σχεδόν μου έπεσε από τα χέρια το τηλέφωνο.
Καλησπέρα, δεν ενοχλείς, σε ευχαριστώ πολύ, θα περάσω να το πάρω. Καλό βράδυ.
Πρώτη φορά είχα πάει τόσο νωρίς στη δουλειά μου. Είχα πάει μια ώρα νωρίτερα. Ήθελα να βεβαιωθώ πως θα έχω όλες τις δουλειές έτοιμες στην ώρα του και την παραγγελία έτοιμη για όταν θα ερχόταν. Θέλω να κάνεις λίγη υπομονή ακόμα φίλε μου γιατί τα κλισέ δεν έχουν τελειώσει ακόμα. Τη στιγμή που άνοιξε η πόρτα και μπήκε στο βιβλιοπωλείο κατάλαβα ότι ήταν αυτή. Ήμουν σε έναν διαδρομο στο βάθος χωρίς καμία επαφή με την πόρτα. Και όμως όταν μπήκε το κατάλαβα. Έφυγα για την πόρτα σαν να με είχε καλέσει. Και φυσικά ήταν εκεί. Και φυσικά μου χαμογέλασε. Και φυσικά την ερωτεύτηκα.
Μιλήσαμε για λίγο. Προσπάθησα να φερθώ φυσιολογικά και φερόμουν χειρότερα από δεκαπεντάχρονο. Εκείνη το κατάλαβε, μα έμεινε εκεί να με ακούει να της λέω όποια ανοησία μου ερχόταν στο κεφάλι. Μετά από κάθε πρόταση μου, μέσα μου έλεγα πως μπορούσα να είχα πει κάτι άλλο, να μην είχα αναφέρει αυτό ή εκείνο και γενικά επικρατούσε ένα χάος. Ένας πόλεμος ανάμεσα στις σκέψεις μου και αυτά που έβγαιναν προς τα έξω.
Δεν έδειξε στιγμή να ενοχλείται. Μιλήσαμε λίγο για το βιβλίο που είχε πάρει. Ήταν ένα βιβλίο παραλίας, όπως τα έλεγα εγώ. Από αυτά που διαβάζεις για να περάσει η ώρα. Δεν μπορούσα να της το πω αυτό, όμως όταν με ρώτησε αν είχα να της προτείνω κάποιο ακόμα, της είπα πως αυτό δεν ήταν το είδος που μου άρεσε. Και ρώτησε ποιο είδος μου αρέσει. Και βρεθήκαμε να μιλάμε για περίπου δέκα λεπτά. Κανένας συνάδελφος δεν μας διέκοψε, πράγμα σπάνιο.
Όταν πλήρωσε το βιβλίο στο ταμείο πέρασε πάλι από μπροστά μου. Με ευχαρίστησε. Της χαμογέλασα και της ευχήθηκα καλή ανάγνωση. Η μάχη είχε ξαναρχίσει μέσα μου. Την ώρα που έβγαινε, γύρισε και με κοίταξε.
-Αφού σου αρέσουν τα βιβλία θα ξέρεις για την παρουσίαση που υπαρχει λίγα τετράγωνα πιο κάτω σε ένα καφέ μπαρ το βράδυ. Έχω μια πρόσκληση, αν θες.
Έβγαλε και μου έδωσε μια πρόσκληση.
-Δεν... Δεν μπορώ να την δεχτώ. Δεν έχεις άλλη.
-Μην ανησυχείς δεν μου χρειάζεται, δουλεύω εκεί.
Χαμογέλασε και πάλι και έφυγε. Δεν μπορώ να ξεχάσω τον θόρυβο μέσα στο κεφάλι μου και τα αυτιά μου από τους δυνατούς παλμούς της καρδιάς μου. Θα πήγαινα ακόμα κι αν το βιβλίο μιλούσε για ποδάγρα! Η υπόλοιπη μέρα πέρασε βασανιστικά. Μόλις σχόλασα έτρεξα σπίτι μου και ξεκίνησα ετοιμασίες. Μπήκα και στο ίντερνετ να ψάξω περισσότερες πληροφορίες για τον συγγραφέα που θα παρουσίαζε το βιβλίο. Ήταν πρωτοεμφανιζόμενος και έπρεπε να δείχνω γνώστης.
Φόρεσα τα καλύτερα ρούχα μου και πήγα. Όσο περνούσε η ώρα ένιωθα μεγαλύτερη απυτοπεποίθηση και για κάποιον λόγο πιο ήρεμος.
Μπήκα στο μαγαζί. Δεν είχε πολύ κόσμο, αλλά η ατμόσφαιρα ήταν όμορφη. Έπαιζε το She's crazy από JT Coldfire και η μουσική με έκανε να χαλαρώσω παραπάνω. Ήταν εκεί φυσικά. Έλαμπε ολόκληρη. Δεν ήταν σερβιτόρα, ούτε είχε κάποιο άλλο πόστο στο μαγαζί, όπως είχα τολμήσει να σκεφτώ. Ήταν η πιανίστρια. Με είδε και ήρθε κοντά μου.
-Τελικά ήρθες.
-Δεν θα άφηνα την πρόσκληση να πάει χαμένη.
Δεν είπε τίποτε άλλο χαμογέλασε και πήγε στη θέση της. Σε όλη την παρουσίαση πρέπει να άκουσα δύο τρία πράγματα και λίγη ανάγνωση από το βιβλίο. Όλη την υπόλοιπη ώρα την κοιτούσα. Και το καλύτερο; Με κοιτούσε και εκείνη. Το ουίσκι είχε βοηθήσει κι άλλο την αυτοπεποίθησή μου. μόλις τελείωσε η παρουσίαση πήρα ένα βιβλίο και πήγα στον συγγραφέα να υπογράψει. Τον ευχαρίστησα και γύρισα σε εκείνη.
-Θα φύγεις ή θα κάτσεις; Θα παίξω τώρα.
-Θα κάτσω.
Την άκουσα να τραγουδάει το wicked game του Chris Isaak σε μια μαγική εκτέλεση όπως και πολλά ακόμα τραγούδια. Κι εκείνη τη στιγμή συνειδητοποίησα το αυτονόητο. Μια τέτοια κοπέλα δεν θα ήταν μόνη της. Και δεν περίμενε τον μεγάλο της έρωτα σαν υπάλληλο βιβλιοπωλείου. Επίσης σε ένα τέτοιο μαγαζί με τόσο κόσμο θα την ερωτεύονταν για πλάκα τρεις άνθρωποι την ημέρα. Έκανα μια γρήγορη έρευνα ανάμεσα στους θαμώνες. Αρκετοί άντρες μόνοι τους στο μαγαζί. Κάποιος από αυτούς θα μπορούσε να είναι το αγόρι της. Στο διάλειμμα όμως ήρθε κοντά μου.
-Ελπίζω να σου άρεσε.
-Ήσουν εκπληκτική για να είμαι ειλικρινής.
-Σε πειράζει να κάτσω μαζί σου;
Μου πρότεινε να κάτσει μαζί μου! Δεν μπορώ ούτε να σκεφτώ πως ένιωθαν όλοι οι υπόλοιποι γύρω μου. Ήμουν ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος στον κόσμό.
Μιλήσαμε για πολλά πράγματα. Λίγα εκείνη την ώρα στο διάλειμμά και περισσότερα αργότερα όταν σχόλασε και φύγαμε μαζί. Δεν ήταν η ιδέα μου τελικά. Συμπληρώναμε ο ένας τον άλλον. Και φαινόταν να το νιώθει και εκείνη. Αποφύγαμε και οι δύο να μιλήσουμε για προσωπικά ζητήματα, όμως φάνηκε πως είχαμε τόσα άλλα να πούμε.
Αν μπορώ να το περιγράψω με μια φράση, θα έλεγα πως οι ψυχές μας, έψαχναν καιρό να βρουν η μία την άλλη για να τα πουν. Κλισέ και αυτό; Ίσως! Κάπου εδώ όμως σταματάνε όλα αυτά.
Φιληθήκαμε μία εβδομάδα αργότερα. Είχα φιληθεί με κορίτσια μα αυτό ήταν το κάτι άλλο! Ήταν τόσο γλυκιά η γεύση του φιλιού. Είχε κάτι... Δεν ήξερα τι...
Ξεκινήσαμε να βγαίνουμε όλο και πιο συχνά. Πάντα βράδυ, μετά τη δουλειά της. Εγώ πήγαινα πλέον ξενυχτισμένος στη δουλειά μου, μα η απόδοσή μου είχε ανέβει, αντί να πέφτει. Ο πρώτος μήνας πέρασε μέσα σε λίγα λεπτά, έτσι το ένιωθα και ήρθε μια μέρα που εξαφανίστηκε. Όχι κυριολεκτικά, μα για δύο ολόκληρες ημέρες δεν την έβρισκα πουθενά. Ούτε στο τηλέφωνο, ούτε σπίτι της, όυτε πουθενά. Όταν την βρήκα επιτέλους μου είπε πως έπρεπε να πάει στον πατέρα της για είχε ένα πρόβλημα. Μου είπε ότι ήταν ξαφνικό και δεν ήταν έτοιμη να μου μιλήσει ακόμα για αυτό. Απλά θα έπρεπε να ξέρω πως κάποιες φορές θα συνέβαινε αυτό.
Εκείνη τη στιγμή πέρασαν δύο πράγματα από το μυαλό μου. Πρώτα το κακό. Πως υπήρχε άλλος στη ζωή της και έπρεπε να βλέπει και εκείνον. Και το δέυτερο σενάριο ήταν πιο αθώο. Ότι όντως κάποιο σοβαρό πρόβλημα υπήρχε και δεν μπορούσε να το μοιράστεί με κάποιον που είναι μαζί έναν μήνα.
Αποφάσισα να κρατήσω μια στάση αξιοπρέπειας και όταν εξαφανιζόταν δεν την έψαχνα και δεν ζητούσα να μάθω που είναι. Ήμουν ερωτευμένος και η λογική δεν τα έχει καλά με το συναίσθημα.
Συνέβη αρκετές φορές ακόμα. Και κάθε φορά ένιωθα να πεθαίνω από τη ζήλεια μου και από το ότι δεν είχα κανέναν τρόπο να μάθω την αλήθεια.
Είχα παρατηρήσει και κάτι ακόμα. έλειπε κυρίως τις βροχερές μέρες. Ίσως τότε να την χρειάζονταν πιο πολύ οι δικοί της ή να ήταν κάτι άσχετο, όμως ήξερα πως τις βροχερές μέρες έμενα μόνος μου.
Περίπου μετά από έναν χρόνο που ήμασταν μαζί ήρθε ο μεγάλος τσακωμός. Είχε γυρίσει από το Σαν Ποτέ, ένα λογοπαίχνιο που μου είχε έρθει στο μυαλό, σαν συνδυασμό της Χώρας του Ποτέ του Πήτερ Παν και κάποιας μεξικάνικης πόλης που οι άνθρωποι χάνονται σε μία νύχτα. Κάπως έτσι μου φαινόταν όλο αυτό.
Ήταν ευτυχισμένη και πήγε να με φιλήσει. Εγώ τραβήχτηκα. Ήμουν θυμωμένος μαζί της. Και άργησα σκέφτηκα, όμως αυτό δεν το είπα.
-Θέλω να μάθω πού πήγαίνεις. Ποιο είναι το οικογενειακό σου πρόβλημα. Νομίζω πως τόσο καιρό μετά δικαιούμαι να μάθω την αλήεια.
-Θέλω να με εμπιστευτείς και να αφήσεις αυτό το θέμα έξω από τη ζωή μας.
-Είναι λίγο δύσκολο να το κάνω αυτό όταν εξαφανίζεσαι. Και το κάνεις πιο συχνά όταν βρέχει. Λες και είσαι από...ζάχαρη και θα λιώσεις αν μείνεις εδώ! Τι συμβαίνει;
Δεν ξέρω τι της είπα που την έκανε να θυμώσει τόσο. Δεν την είχα ξαναδει τόσο θυμωμένη. Αλλά και εκείνη δεν με είχε ξαναδεί έτσι.
-Αν νομίζεις πως είναι εύκολο να σου πω τι συμβαίνει και το κάνω από κάποιο καπρίτσιο καλύτερα να τελειώνουμε εδώ.
Ήμουν τόσο θυμωμένος που θα έλεγα απευθείας ναι, εάν δεν έβλεπα κάτι που δεν είχαν ξαναδεί επάνω της. Είχε κοκκινίσει από τον θυμό της και μια γλύκα πλυμμήρισε τον αέρα. Μια μυρωδιά από μαλλί της γριάς. Αυτό με ξάφνιασε και με τρόμαξε. Είχα ξαναμυρίσει αυτό το άρωμα, όταν τη φιλούσα, όταν κάναμε έρωτα, μα ποτέ πριν όταν θύμωνε.Έκανα ένα βήμα πίσω. Εκείνη φάνηκε να συνέρχεται.
-Μην φοβάσαι δεν είναι τίποτα.
-Πρέπει να μου εξηγήσεις τώρα, αλλιώς φεύγω.
Εκεί τελικά αποφάσισε να μου μιλήσει.
-Έχω γεννηθεί με κάποια ιδιομορφία. Μοιάζει πολύ με αυτό που είπες πριν πάνω στον θυμό σου. Το δέρμα μου μοιάζει με ζάχαρη. Έχει μέχρι και τη μυρωδιά όπως θα έχεις ήδη καταλάβει. Πρέπει αν φεύγω για να μπορώ να ζω.
-Και...και πού πας;
-Αυτό είναι κάτι που δεν μπορώ να στο πω. Δεν ξέρω αν μπορείς να ζήσεις με αυτό. Τις βροχερές ημέρες τα πράγματα είναι χειρότερα για εμένα και για αυτό εξαφανίζομαι.
-Θα μπορούσες απλά να μου πεις πως δεν θέλεις να βλεπόμαστε. Τι είναι αυτά που μου λες;
-Όπως είπες και μόνος σου... Θα μπορούσα να σου πω απλά να μη βλεπόμαστε... Μα σου λέω την αλήθεια.
Όσο τρελό και να ακουγόταν την πίστευα, κυρίως γιατί αν την είχατε γνωρίσει θα μπορούσατε κι εσείς να καταλάβετε αυτή τη μυρωδιά της ζάχαρης επάνω της. Ήμουν σίγουρος ότι ήταν κάποιο άρωμα, μα όταν μου το είπε συνειδητοποίησα πως ένα άρωμα θα έπρεπε να εξασθενεί μετά από λίγο ή να μην μυρίζει όλες τις ώρες.
-Και τι μπορεί να σου συμβεί;
Ρώτησα όσο πιο ψύχραιμα γινόταν.
-Η επαφή με την υγρασία με κάνει να πονάω. Κάποια χημική αντίδραση πάνω στο δέρμα μου με καίει. Είναι σαν να καίγομαι.
-Και οι γιατροί τι λένε;
-Με παρακολουθούσε ένας γιατρός, όμως όταν άρχισε να μου προτείνει πειραματικές θεαραπείες, ένιωσα σαν αρουραίος σε κλουβί και απομακρύνθηκα. Απλά πρέπει να ζω με αυτό... Κοίτα, αν δεν μπορείς, καταλαβαίνω...Δεν είναι εύκολο και δεν σου ζητάω κάτι.
Έμεινα για λίγο να την κοιτάω και να σκέφτομαι. Ήξερα ότι έλεγε την αλήθεια, όμως αυτό που είπε ήταν εξίσου αληθινό. Αν ήταν να μείνω μαζί της θα έπρεπε να ζήσω με αυτό.
-Με έναν όρο.
Με κοίταξε με περιέργεια.
-Όταν σου συμβεί πάλι θέλω να είμαι μαζί σου. Να δω τι κάνεις... Πώς το αντιμετωπίζεις... Πώς μπορώ να βοηθήσω...
-Όχι ακόμα, μα κάποια στιγμή θα γίνει... Στο ορκίζομαι...
-Και στη δουλειά σου; Εκεί τι λες;
-Αρχικός όρος στη συνεργασία μας ήταν να δουλεύω όποτε μπορώ, επομένως το να λείπω κάποιες φορές δεν δημιουργεί πρόβλημα. Έχω δει από νωρίς το μετεωρολογικό δελτίο και ευτυχώς δεν ζούμε στο Λονδίνο!
Χαμογέλασε για πρώτη φορά μετά τον θυμό κι εγώ με μιας τα ξέχασα όλα.
Η ζωή μας συνέχισε να κυλάει σαν παραμύθι και πριν πείτε πως αυτές οι ατάκες είναι κλισέ και τις λένε όλοι, να σας πω πως και εγώ ο ίδιος έλεγα πριν από όλο αυτό που συμβαίνει. Και επειδή τα κλισέ έγιναν μέρος της ζωής μου, έχω να σας πω επίσης πως τα πράγματα - φυσικά - δεν εξελίχθηκαν ονειρικά.... Το αντίθετο θα έλεγα.
Είχαν περάσει άλλοι έξι μήνες από εκείνον τον καβγά, την αποκάλυψη. Εκείνη μοιράστηκε περισσότερα πράγματα μαζί και κάποια βροχερά βράδια μείναμε μαζί. Αυτό γινόταν όλο και πιο συχνά. Η ζωή μας είχε αποκτήσει κανονικότητα.
Μέχρι εκείνο το πρωινό που έφυγα για τη δουλειά μου και όταν γύρισα έλειπε. Κι εκείνη και τα πράγματά της. Το μόνο που βρήκα από εκείνη ήταν ένα σημείωμα που έγραφε πως έπρεπε να φύγει.
Τις επόμενες ημέρες την έψαξα παντού. Πήγαινα κάθε βράδυ από το μαγαζί που δούλευε. Κι εκεί μου είπαν πως είχε πει πως έπρεπε να παραιτηθεί. Είχε διαγράψει προφανώς και όποιον λογαριασμό είχε στα δίκτυα κοινωνικής δικτύωσης και δεν σήκωνε ποτέ το τηλέφωνό της.Ρώτησα παντού, μα ήταν σα να άνοιξε η γη και να την κατάπιε. Στην απελπισία μου πήγα και στην αστυνομία, μα δεν δέχτηκαν να βοηθήσουν. Εφόσον ήταν ενήλικη και με είχε εγκαταλείψει δεν υπήρχε πραγματικά εξαφάνιση. Αν κάποιο οικείο της πρόσωπο τη δήλωνε τότε και μόνο τότε θα την έψαχναν.
Φυσικά η απόδοση μου στη δουλειά έπεσε και αυτό ήταν το λιγότερο. Είχα φτάσει στα όρια της απελπισίας. Η κατάθλιψη ήταν φανερή. Είχα χάσει κιλά, δεν είχα συνέχεια επαφή με τον περιβάλλοντα χώρο και τα μάτια μου είχαν μαύρους κύκλους. Ο διευθυντής μου, μού έδωσε αναρρωτική άδεια για να συνέλθω. Όλο εκείνο το διάστημα συνέχισα να πηγαίνω σε όλα τα μέρη που είχαμε πάει μαζί και να ρωτάω για εκείνη. Τίποτα.
Το δύσκολο ήταν πως γνώριζα ότι είχε φύγει μακριά μου χωρίς να το θέλει. Ένα βράδυ κοιμόταν δίπλα μου κι εγώ την κοιτούσα μαγεμένος. Εκείνη άνοιξε τα μάτια της, χαμογέλασε και τα ξαναέκλεισε. Τότε την ρώτησα.
-Γιατί εμένα; Γιατί έμεινες με εμένα;
-Γιατί κοντά σου νιώθω ξεχωριστή για όλους τους σωστούς λόγους.
Έγραψα αυτή την ιστορία για να με καταλάβετε. Δεν θα μπορέσετε να καταλάβετε ποτέ τι ακριβώς πέρασα μα σίγουρα θα έχετε ερωτευτεί και σίγουρα θα έχετε απογοητευθεί κι εσείς. Αν όχι, δεν ξέρω τι κάνετε σε αυτόν τον πλανήτη. Κι έγραψα αυτή την ιστορία για να με δικαιολογήσετε. Έχω τραβήξει όλο κι όλο ένα βίντεο από εκείνη να τραγουδάει το diamonds and Rust και το βάζω να παίζει καθώς γράφω αυτά τα τελευταία λόγια.
Γιατί ξέρετε, έμαθα τι έγινε. Η χαρά μου για εκείνη, έφερε κοντά και πάλι στα ίχνη της εκείνον τον γιατρό και την ομάδα του. Άρχισαν να την ψάχνουν να την κάνουν πειραματόζωο και πάλι. Ρώτησαν μέχρι και στη δουλειά μου για εκείνη. Και για αυτό εκείνη έφυγε. Για να μας προστατέψει. Κι εμένα και εκείνη. Θα ορκιζόμουν ότι τα κατάφερε,αν εδώ και περίπου δύο ώρες δεν είχε γεμίσει το δωμάτιο μου από αυτή τη μυρωδιά της καμένης ζάχαρης... Η ίδια όμως δεν είναι εδώ.
Πείτε με τρελό, μα πιστεύω ότι την βρήκαν και την σκότωσαν... Μια ψυχή γυρίζει πάντα στα μέρη που αγάπησε. Είναι κανόνας. Και αυτή η ψυχή είναι εδώ τριγύρω μου. Και με περιμένει.
Ώρα να πάω κοντά της. Μην με κακολογήσετε. Δεν θα με καταλάβετε, το ξέρω. Έπρεπε όμως να ακούσετε την ιστορία μου λίγο πριν φύγω μαζί της. Η μυρωδιά είναι ακόμα πιο έντονη πλέον. Τα χάπια δρουν πιο γρήγορα από όσο περίμενα. Σύντομα θα είμαστε μαζί!
Αντίο.
-Θα μπορούσες απλά να μου πεις πως δεν θέλεις να βλεπόμαστε. Τι είναι αυτά που μου λες;
-Όπως είπες και μόνος σου... Θα μπορούσα να σου πω απλά να μη βλεπόμαστε... Μα σου λέω την αλήθεια.
Όσο τρελό και να ακουγόταν την πίστευα, κυρίως γιατί αν την είχατε γνωρίσει θα μπορούσατε κι εσείς να καταλάβετε αυτή τη μυρωδιά της ζάχαρης επάνω της. Ήμουν σίγουρος ότι ήταν κάποιο άρωμα, μα όταν μου το είπε συνειδητοποίησα πως ένα άρωμα θα έπρεπε να εξασθενεί μετά από λίγο ή να μην μυρίζει όλες τις ώρες.
-Και τι μπορεί να σου συμβεί;
Ρώτησα όσο πιο ψύχραιμα γινόταν.
-Η επαφή με την υγρασία με κάνει να πονάω. Κάποια χημική αντίδραση πάνω στο δέρμα μου με καίει. Είναι σαν να καίγομαι.
-Και οι γιατροί τι λένε;
-Με παρακολουθούσε ένας γιατρός, όμως όταν άρχισε να μου προτείνει πειραματικές θεαραπείες, ένιωσα σαν αρουραίος σε κλουβί και απομακρύνθηκα. Απλά πρέπει να ζω με αυτό... Κοίτα, αν δεν μπορείς, καταλαβαίνω...Δεν είναι εύκολο και δεν σου ζητάω κάτι.
Έμεινα για λίγο να την κοιτάω και να σκέφτομαι. Ήξερα ότι έλεγε την αλήθεια, όμως αυτό που είπε ήταν εξίσου αληθινό. Αν ήταν να μείνω μαζί της θα έπρεπε να ζήσω με αυτό.
-Με έναν όρο.
Με κοίταξε με περιέργεια.
-Όταν σου συμβεί πάλι θέλω να είμαι μαζί σου. Να δω τι κάνεις... Πώς το αντιμετωπίζεις... Πώς μπορώ να βοηθήσω...
-Όχι ακόμα, μα κάποια στιγμή θα γίνει... Στο ορκίζομαι...
-Και στη δουλειά σου; Εκεί τι λες;
-Αρχικός όρος στη συνεργασία μας ήταν να δουλεύω όποτε μπορώ, επομένως το να λείπω κάποιες φορές δεν δημιουργεί πρόβλημα. Έχω δει από νωρίς το μετεωρολογικό δελτίο και ευτυχώς δεν ζούμε στο Λονδίνο!
Χαμογέλασε για πρώτη φορά μετά τον θυμό κι εγώ με μιας τα ξέχασα όλα.
Η ζωή μας συνέχισε να κυλάει σαν παραμύθι και πριν πείτε πως αυτές οι ατάκες είναι κλισέ και τις λένε όλοι, να σας πω πως και εγώ ο ίδιος έλεγα πριν από όλο αυτό που συμβαίνει. Και επειδή τα κλισέ έγιναν μέρος της ζωής μου, έχω να σας πω επίσης πως τα πράγματα - φυσικά - δεν εξελίχθηκαν ονειρικά.... Το αντίθετο θα έλεγα.
Είχαν περάσει άλλοι έξι μήνες από εκείνον τον καβγά, την αποκάλυψη. Εκείνη μοιράστηκε περισσότερα πράγματα μαζί και κάποια βροχερά βράδια μείναμε μαζί. Αυτό γινόταν όλο και πιο συχνά. Η ζωή μας είχε αποκτήσει κανονικότητα.
Μέχρι εκείνο το πρωινό που έφυγα για τη δουλειά μου και όταν γύρισα έλειπε. Κι εκείνη και τα πράγματά της. Το μόνο που βρήκα από εκείνη ήταν ένα σημείωμα που έγραφε πως έπρεπε να φύγει.
Τις επόμενες ημέρες την έψαξα παντού. Πήγαινα κάθε βράδυ από το μαγαζί που δούλευε. Κι εκεί μου είπαν πως είχε πει πως έπρεπε να παραιτηθεί. Είχε διαγράψει προφανώς και όποιον λογαριασμό είχε στα δίκτυα κοινωνικής δικτύωσης και δεν σήκωνε ποτέ το τηλέφωνό της.Ρώτησα παντού, μα ήταν σα να άνοιξε η γη και να την κατάπιε. Στην απελπισία μου πήγα και στην αστυνομία, μα δεν δέχτηκαν να βοηθήσουν. Εφόσον ήταν ενήλικη και με είχε εγκαταλείψει δεν υπήρχε πραγματικά εξαφάνιση. Αν κάποιο οικείο της πρόσωπο τη δήλωνε τότε και μόνο τότε θα την έψαχναν.
Φυσικά η απόδοση μου στη δουλειά έπεσε και αυτό ήταν το λιγότερο. Είχα φτάσει στα όρια της απελπισίας. Η κατάθλιψη ήταν φανερή. Είχα χάσει κιλά, δεν είχα συνέχεια επαφή με τον περιβάλλοντα χώρο και τα μάτια μου είχαν μαύρους κύκλους. Ο διευθυντής μου, μού έδωσε αναρρωτική άδεια για να συνέλθω. Όλο εκείνο το διάστημα συνέχισα να πηγαίνω σε όλα τα μέρη που είχαμε πάει μαζί και να ρωτάω για εκείνη. Τίποτα.
Το δύσκολο ήταν πως γνώριζα ότι είχε φύγει μακριά μου χωρίς να το θέλει. Ένα βράδυ κοιμόταν δίπλα μου κι εγώ την κοιτούσα μαγεμένος. Εκείνη άνοιξε τα μάτια της, χαμογέλασε και τα ξαναέκλεισε. Τότε την ρώτησα.
-Γιατί εμένα; Γιατί έμεινες με εμένα;
-Γιατί κοντά σου νιώθω ξεχωριστή για όλους τους σωστούς λόγους.
Έγραψα αυτή την ιστορία για να με καταλάβετε. Δεν θα μπορέσετε να καταλάβετε ποτέ τι ακριβώς πέρασα μα σίγουρα θα έχετε ερωτευτεί και σίγουρα θα έχετε απογοητευθεί κι εσείς. Αν όχι, δεν ξέρω τι κάνετε σε αυτόν τον πλανήτη. Κι έγραψα αυτή την ιστορία για να με δικαιολογήσετε. Έχω τραβήξει όλο κι όλο ένα βίντεο από εκείνη να τραγουδάει το diamonds and Rust και το βάζω να παίζει καθώς γράφω αυτά τα τελευταία λόγια.
Γιατί ξέρετε, έμαθα τι έγινε. Η χαρά μου για εκείνη, έφερε κοντά και πάλι στα ίχνη της εκείνον τον γιατρό και την ομάδα του. Άρχισαν να την ψάχνουν να την κάνουν πειραματόζωο και πάλι. Ρώτησαν μέχρι και στη δουλειά μου για εκείνη. Και για αυτό εκείνη έφυγε. Για να μας προστατέψει. Κι εμένα και εκείνη. Θα ορκιζόμουν ότι τα κατάφερε,αν εδώ και περίπου δύο ώρες δεν είχε γεμίσει το δωμάτιο μου από αυτή τη μυρωδιά της καμένης ζάχαρης... Η ίδια όμως δεν είναι εδώ.
Πείτε με τρελό, μα πιστεύω ότι την βρήκαν και την σκότωσαν... Μια ψυχή γυρίζει πάντα στα μέρη που αγάπησε. Είναι κανόνας. Και αυτή η ψυχή είναι εδώ τριγύρω μου. Και με περιμένει.
Ώρα να πάω κοντά της. Μην με κακολογήσετε. Δεν θα με καταλάβετε, το ξέρω. Έπρεπε όμως να ακούσετε την ιστορία μου λίγο πριν φύγω μαζί της. Η μυρωδιά είναι ακόμα πιο έντονη πλέον. Τα χάπια δρουν πιο γρήγορα από όσο περίμενα. Σύντομα θα είμαστε μαζί!
Αντίο.
***
Εκείνος: Ήξερα πως είσαι εδώ... Τώρα νιώθω πιο ήρεμος... Έλα κοντά μου... Αγκαλιασέ με...
***
Εκείνη:
Θα φύγω, όσο κι αν θέλω να μείνω... Το μόνο που μπορώ να του κάνω είναι κακό... Δεν ξέρει... Δεν μπορεί να ξέρει τι σημαίνει να είσαι όπως εγώ... Να είσαι από...ζάχαρη. Όχι μεταφορικά, μα κυριολεκτικά. Άλλωστε δεν μπόρεσα να είμαι ποτέ ειλικρινής μαζί του... Δεν γεννήθηκα έτσι... Πήρα μέρος σε ένα πείραμα... Πληρώθηκα για αυτό. Αυτοί που με ψάχνουν, με θέλουν πίσω... Είναι στους όρους τους συμβολαίου που υπέγραψα. Τους ανήκω... Μα τον τελευταίο καιρό χειροτέρεψα. Πονάω πολύ, μα δεν του το δείχνω. Τις προάλλες στον καθρέφτη, θα ορκιζόμουν ότι είδα κάποιο μέρος του σωματός μου να εξαφανίζεται για λίγο... Φοβήθηκα....
Τις επόμενες μέρες το φαινόμενο έγινε πιο έντονο... Μάζεψα τα πράγματα μου. Έπρεπε να φύγω... Να γυρίσω εκεί που με δημιούργησαν... Πήρα τη βαλίτσα μου και μπήκα σε ένα ταξί. Όταν βγήκα από το ταξί δεν πήγα απευθείας σε εκείνους. Έμεινα ένα βράδυ σε ένα ξενοδοχείο εκεί κοντά και τότε συνέβη...
Το σώμα μου σταμάτησε να υπακούει... Θεέ μου είχα αρχίσε να γίνομαι αόρατη. Μα το χειρότερο δεν ήταν αυτό. Χανόμουν κυριολεκτικά. Δεν μπορούσα ούτε να μιλήσω ούτε να ακούσω τι έλεγαν οι άλλοι. Έβλεπα τον κόσμο μέσα από μια γυάλινη φούσκα και εκείνος δεν με έβλεπε. Η μόνη μου ελπίδα ήταν να γυρίσω σε εκείνον. Να τον κάνω να καταλάβει... Θα με βοηθούσε... Μόνος εκείνος μπορούσε. Τον βρήκα να γράφει κάτι σε ένα χαρτί. Έμεινα μακριά του και περίμενα να τελειώσει. Τον είχα καταντήσει ένα ερείπειο... Έπρεπε να τον είχα αποφύγει... Μα...δεν γινόταν... Κάτι πάνω του με έστελνε απευθείας στην αγκαλιά του. Το σώμα μου ή τελοσπάντων ότι είχε πάρει τη θέση του έβρισκε ηρεμία κοντά του. Όταν είδα να κλείνει τα μάτια του πλησίασα κοντά του. Τον πήρε ο ύπνος ενώ έγραφε... Μα τι έγραφε;
Όοοοχι! Δεν μπορεί! Μα τι έκανες;;; Βοήθεια! Βοήθεια! Δεν με ακούει κανείς; Βοήθεια.... Έστω να τον αγκαλιάσω... Μα φαίνεται να μου χαμογελάει... Πώς είναι δυνατόν; Φαίνεται να μπορεί να με δει! Αυτή τη φορά θα μείνουμε μαζί για πάντα...
***
Απόσπασμα από την εφημερίδα New Spot
Δεύτερα 23 Νοεμβρίου
Βρέθηκε νεκρός ο νεαρός που αγνοούταν επί έξι ημέρες.
Ο Σ.Κ., 28 ετών βρέθηκε νεκρός στο διαμέρισμα του. Η νεκροψία έδειξε πως είχε πάρει μεγάλη ποσότητα ηρεμιστικών χαπιών. Το αξιοπερίεργο της υπόθεσης είναι πως το διαμερισμά του είχε ελεγθεί από την αστυνομία από τις πρώτες ώρες της εξαφάνισης και δεν βρέθηκε κανένα ίχνος του. Όλοι μιλούσαν για μια έντονη μυρωδιά καμένης ζάχαρης, που όμως δεν μπόρεσαν να προσδιορίσουν από που προερχόταν.
Οι πληροφορίες που βγήκαν στην δημοσιότητα από την πρώτη στιγμή που δηλώθηκε η εξαφάνισή του μιλούν για μία ερωτική απογοήτευση, καθώς η κοπέλα με την οποία έμεναν μαζί σχεδόν για δύο χρόνια, τον εγκατέλειψε μια μέρα ξαφνικά. Ο ίδιος μάλιστα είχε προσπαθήσει να πείσει την αστυνομία να κάνει έρευνες για να την εντοπίσει, κάτι που η αστυνομία αρνήθηκε. Τώρα οι έρευνες έχουν στραφεί προς αυτή την κατεύθυνση παρόλο που η ίδια αγνοείται από την ημέρα που ο Σ.Κ. ανέφερε την εξαφάνισή της στην αστυνομία.
Οι γείτονες αναφέρουν πως η μυρωδιά της καμένης ζάχαρης συνέχισε να υπάρχει για μέρες στον χώρο και μόλις εξαφανίστηκε, τη θέση της πήρε η δυσωδία από το πτώμα. Κανείς δεν μπορεί να εξηγήσει τι ακριβώς έχει συμβεί.
Παρακολουθούμε τις εξελίξεις και θα σας κρατάμε ενήμερους για οτιδήποτε νεότερο μαθαίνουμε.
Σοφία Λαέρτη
Δημοσιογράφος
Σταύρος Θάνος
Καλημερα μου αρεσε παρα πολυ,ηταν τρυφερο ρομαντικο,κ πρωτοτυπο μπραβο Σταυρο
ΑπάντησηΔιαγραφή